Τι να κάνουμε;


Δεν ξέρω αν στη συγκεκριμένη κατάσταση χρειάζεται να ανατρέξουμε στο ομώνυμο “Τι να κάνουμε” του Λένιν, υποθέτοντας ότι θα βρούμε εκεί τις λύσεις, όμως πρέπει να δοθούν απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα, γρήγορα, ψύχραιμα και συλλογικά. Σίγουρα αυτές οι απαντήσεις θα είναι πολλές και ίσως εκ διαμέτρου αντίθετες, άρα πρέπει να πάμε και σε επιλογή των κατάλληλων απαντήσεων.
Δεν μπορείς όμως να συζητάς για το αποτέλεσμα μια συγκεκριμένης χρονικής περιόδου, (εκλογές, κυβέρνηση, διαπραγμάτευση, τετράμηνη συμφωνία), αν δεν εξετάσεις πρώτα και κύρια πως έφτασες ως εκεί!
Γιατί ως διά μαγείας ξεχνούν ορισμένοι τις προηγούμενες πολιτικές αποφάσεις και πρακτικές τους, την προηγούμενη πολιτική τους πορεία, και βρίσκονται ξαφνικά με το μαχαίρι στο λαιμό να διαπραγματεύονται τη “διάσωση της χώρας”, δικαιολογώντας έτσι τις όποιες υποχωρήσεις και συμβιβασμούς!
Ξεχνούν βεβαίως να μας θυμίσουν τι προετοιμασίες έκαναν, τι συσχετισμούς διαμόρφωσαν, τι εναλλακτικές προτάσεις και σχέδια κατέστρωσαν, ώστε να πάνε έτοιμοι στο στόμα του λύκου! (ΔΝΤ, ΕΚΤ, ΕΕ).

Μια καθαρή πολιτική ματιά στη προδιαγεγραμμένη πορεία της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ από το ιδρυτικό συνέδριο του μέχρι σήμερα, είναι αρκετή για να οδηγήσει κάποιον σε ασφαλή συμπεράσματα για τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. 
Και αυτό πρέπει να γίνει, όχι για λόγους δικαίωσης η αντεκδίκησης αλλά για να βγουν τα ανάλογα συμπεράσματα, που θα χρησιμέψουν ώστε να εμπλουτίσουμε την πείρα μας και ίσως να αναθεωρήσουμε τις πολιτικές μας επιλογές και τις λάθος εκτιμήσεις για τις διαθέσεις και πρακτικές των “συνομιλητών” δανειστών μας, αλλά και τις δικές μας δυνατότητες να πιέσουμε ώστε να δικαιωθούν οι ελληνικές θέσεις.
Πάρα την ελλιπή (αλλά θετική) απόφαση του συνεδρίου για “καμία θυσία για το ευρώ” που άφηνε υποψίες για ρήξη με το ευρωγκρουπ και την Ε.Ε. , και πάρα τις προτροπές αρκετών στελεχών να υπάρξει μελέτη και προετοιμασία έστω “εσωτερική” για τις εναλλακτικές του ευρώ λύσεις, πολύ γρήγορα φάνηκε πως η μονή επιλογή για την ηγεσία και την πλειοψηφία ήταν λύσεις αποκλειστικά μέσα στο ευρώ και την Ε.Ε.
Αφού λοιπόν έχεις κάνει αυτή την επιλογή, περιορίζεις αφάνταστα τη διαπραγματευτική σου ισχύ, και διαπραγματεύεσαι με όρους και συνθήκες υποταγής.
Η ηγετική ομάδα, έριξε βάρος στον “κυβερνητισμό", στις επαφές με συμβούλους και παράγοντες που με γνώριμες και δοκιμασμένες συνταγές θα τους οδηγούσαν ολοταχώς στη κυβέρνηση, μια και ήταν ολοφάνερο το κενό που άφηνε το υπάρχων πολιτικό κατεστημένο.
Από πολύ νωρίς η ηγεσία του Σύριζα, απόρριψε κάθε συγκρουσιακή λογική με το υπάρχων σύστημα, κάθε ρήξη, κάθε ριζική ανατροπή, κερδίζοντας με κάθε νέα τέτοια υποχώρηση, και νέους ψηφοφόρους από μεσαία στρώματα, και συντηρητικούς πολίτες.
Η επιλογή για την Προεδρία του Παυλόπουλου, συνειρμικά οδήγησε στο συμπέρασμα ότι γίνονται ανοίγματα σε έναν χώρο κεντροδεξιό που λογικά σε σπρώχνει σε συντηρητική αναδίπλωση και υποχώρηση από το πρόγραμμα σου. 
Η επιλογή επίσης του όρου Κυβέρνηση "εθνικής σωτηρίας" έδωσε τον χώρο να ενταχθούν σε διάφορες κυβερνητικές θέσεις, σε διοικήσεις τραπεζών, αμφιλεγόμενοι πρώην πολιτικοί άλλων κομμάτων, κάνοντας στροφή καθαρά σε ένα συντηρητικό ακροατήριο. 
Φτάνοντας στη κρίσιμη διαπραγμάτευση του Eurogroup της 20 Φλεβάρη η κυβέρνηση, με δεδομένες όλες τις παραπάνω παραδοχές, άλλα και μπροστά σε μια ανυπολόγιστη ως φαίνεται από την ηγεσία επιθετική πολιτική νουθέτησης κυρίως από την Γερμανία, σύρθηκε σε συμβιβασμό επέκτεινε την ήδη υπάρχουσα δανειακή σύμβαση, δίνοντας στην Ελλάδα τέσσερις μήνες εγγυημένης χρηματοδότησης(?), μετά από τακτική αξιολόγηση από τους θεσμούς Ε.Ε, ΕΚΤ, και ΔΝΤ. 
Εξαναγκάστηκε να δηλώσει ότι αποδέχεται να συμμορφωθεί «πλήρως και στην ώρα τους» με όλες τις υποχρεώσεις προς τους δανειστές. Επίσης, ότι θα στοχεύσει στην επίτευξη των κατάλληλων πρωτογενών πλεονασμάτων, θα παραιτηθεί από μονομερείς ενέργειες που θα είχαν αρνητικό αντίκτυπο στους δημοσιονομικούς της στόχους και θα ξεκινήσει μια σειρά από μεταρρυθμίσεις, οι οποίες “νερώνουν” αρκετά ότι εξήγγειλε ο ΣΥΡΙΖΑ στο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης.

Σήμερα, 42 ημέρες μετά τις εκλογές, βρισκόμαστε δυστυχώς σε μια αντιφατική και αμφιλεγόμενη πολιτικά κατάσταση, με τα ρήγματα στις σχέσεις των κομματικών μελών και στελεχών να είναι υπαρκτά και φανερά, με σημαντικές πολιτικές διαφωνίες και διαφορές ανάμεσα μας, που απορρέουν και τροφοδοτούνται από τις επιλογές στην εφαρμοζόμενη πλέον αντιφατική κυβερνητική πολιτική.
Από την μια μεριά έχουμε δεσμευθεί προεκλογικά στον Λαό για το τέλος των μνημονίων και ανατροπή της λιτότητας, και απ’ την άλλη ότι αυτό μπορεί να συμβεί ομαλά και «ειρηνικά» μέσα στα πλαίσια “ανοχής” της Ευρωζώνης, θέση που αποδεικνύεται σήμερα ως ουτοπική.
Επειδή όμως οι καιροί είναι πονηροί, επειδή σε καμιά περίπτωση δεν θεωρώ ότι αυτή η κυβέρνηση είναι το ίδιο με τις προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις, επειδή είναι η δικιά μας για πρώτη φορά κυβέρνηση της Αριστεράς και σε καμιά περίπτωση δεν θέλω να γίνει αριστερή παρένθεση, επειδή λάθη εκτιμήσεων μπορώ να τις καταλογίσω, απρονοησία μπορώ να την χρεώσω, όχι όμως σκοπιμότητα και ανευθυνότητα, επειδή ακόμα την θεωρώ μια υπόθεση που παλεύεται που δεν έχει χαθεί, μέσα και από αυτή την οδυνηρή εμπειρία της διαπραγμάτευσης και τις φοβερές πιέσεις που ασκούνται από τους “φίλους” μας, πιστεύω πως πρέπει να βρούμε τη δύναμη και το δρόμο να επαναβεβαιώσουμε στην πράξη την θέση για "καμιά θυσία για το εύρω".
Σε αυτή την ιστορική περίοδο για τη χώρα μας, η μοναδική δύναμη που μπορεί να οδηγήσει σε θετικές εξελίξεις τη χώρα και τον λαό της, είναι μόνο το οργανωμένο λαϊκό κίνημα, μέσα από όλες τις μορφές οργάνωσης του.
Η πορεία της κυβέρνησης θα εξαρτηθεί κατά πόσο θα έχει θετικό πρόσημο, σε μεγάλο βαθμό, από τον ρόλο και την πίεση που θα ασκήσει σε αυτήν το λαϊκό κίνημα, τα μέλη και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.
Η πρόσφατη απόφαση της Κ.Ε., η εκλογή της νέας πολιτικής γραμματείας και του νέου γραμματέα της, νομίζω πως δημιουργούν νέα δεδομένα στο κόμμα το οποίο θα πρέπει να διαχειριστεί πολιτικά, με ενότητα, αυτονομία, σε απόσταση από τους κυβερνητικούς χειρισμούς, όμως παράλληλα των προσπαθειών να ενισχυθούν θετικές εξελίξεις.

Η κυβέρνηση θα πρέπει γρήγορα να νομοθετήσει και εφαρμόσει μέτρα τα οποία θα ανακουφίζουν τον λαό από την τρομακτική πίεση των τελευταίων ετών: απαγόρευση πλειστηριασμών, επανασύνδεση και δωρεάν ηλεκτρικό ρεύμα σε φτωχά νοικοκυριά, εξασφάλιση στέγης, κατάργηση ΕΝΦΙΑ, αύξηση κατώτατου μισθού, διακοπή ιδιωτικοποιήσεων, επαναφορά εργατικών δικαιωμάτων, στήριξη κάθε δίκαιου λαϊκού αγώνα που αναπτύσσεται. 
Η κυβέρνηση νομοθετώντας την ουσία του «προγράμματος της Θεσσαλονίκης», το οποίο είναι επικυρωμένο με την πρόσφατη εντολή του ελληνικού λαού στις εκλογές, σε αντίθεση ουσιαστικά με την πρόσφατη συμφωνία, καθίσταται ανακόλουθη από την πλευρά των δανειστών. Αυτό θα οδηγήσει τους δανειστές σε λελογισμένη υποχώρηση, ή θα οδηγήσει τελικά σε σύγκρουση η οποία θα είναι πλέον αναπότρεπτη. 
Με την πεποίθηση ότι στην σύγκρουση κερδίζεις όταν είσαι αποφασισμένος και προετοιμασμένος, οι όροι, ο χρόνος και το περιεχόμενο της σύγκρουσης αυτής, πρέπει να καθορισθούν από την πλευρά της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ και να ενημερωθούν κατάλληλα οι πολίτες. 
Σε κάθε περίπτωση τον τελευταίο λόγο πρέπει να τον έχει ο Λαός  που εγκρίνει η απορρίπτει προγράμματα και πολιτικές επιλογές.